18 Ιανουαρίου 2008

Igloo

Γύρισα στο igloo μου κατευθείαν από τη δουλειά. Φανταζόμουν την Εσκιμώα μου ντυμένη με περίεργα δέρματα να κυλιέται στους πάγους και ήμουν ξαναμμένος όλο το πρωί.
Την είχα γνωρίσει στα i-gloo τον περασμένο μήνα όταν αγόραζα σώβρακα με κωλό-πορτες, ήταν η πωλήτρια στον συγκεκριμένο τομέα. Μετά από συζητήσεις του κώλου της ζήτησα να βγούμε κι από τότε είμαστε κώλος και βρακί.
Τη βρήκα στο ψυγείο σκυμμένη να διαλέγει το υποψήφιο δείπνο. Κατάλαβε πως γύρισα και κοίταξε προς το μέρος μου. Φαίνεται η λιγούρα έτρεχε από τα μάτια μου και πριν προλάβω να χαιρετήσω με αναχαίτισε:
"Αυτό που σκέφτεσαι να το ξεχάσεις. "Προσπαθούσα να εκπαιδεύσω τον Παρμενίωνα (το μικρό μου θαλάσσιο ελέφαντα που έχω κατοικίδιο) και με το ζόρι στέκομαι όρθια."
Παράτησα το χαρτοφύλακα και έπιασα το καμάκι.
"Δε γαμείς που δε γαμείς, δεν πας για ψάρεμα;"

14 Ιανουαρίου 2008

Χαραμάδα

Ανάμεσα στο μαύρο και στο άσπρο
εκεί, στη χαραμάδα
που μαζεύεται η σκόνη και το ξεσκονόπανο δεν πιάνει...
μόνο ένα φύσημα, κι αυτό ανεπαρκές.
Στην αρχή με τη μοναξιά
μετά θά'ρθουνε κι άλλοι.
Στριμωχτά και ζεστά από τα χνώτα
μέχρι να μπουκώσει και να ξεχυλίσει...
να σταθεί δίπλα στο άσπρο και στο μαύρο.
Ίσως να τα καλύψει...
ελεύθερη και σταθερή η παραφωνία.

11 Ιανουαρίου 2008

Όμορφο όνειρο, μη βιάζεσαι

Πήρε τηλέφωνο τον Ύπνο και του είπε πως θα αργήσει
Εκείνος αποκρίθηκε: "Μη βιάζεσαι, θα φτάσεις"
Μα δεν τον άκουσε και φτάνοντας, ξέχασε την πόρτα ανοιχτή
Πίσω του ακολούθησε χαμογελώντας ο Εφιάλτης

Ο χτύπος

Πήγε με φτυάρι στο κυπαρίσσι της καρδιάς του. Έσκαψε βαθιά κοντά στις ρίζες του, ήθελε να ελέγξει αν χτυπούσε ακόμα. Δεν μπορούσε να δει καλά μέσα στο σκοτάδι. Αναγκάστηκε να τη σηκώσει ψηλά, να τη φέρει με τα δυο του χέρια, όσο μπορούσε, πιο κοντά στο φως. Πήγε να φυσήξει πάνω της, μα ένας χτύπος της τον πρόλαβε και γλυκά τίναξε το ελάχιστο χώμα που την έκρυβε. Ξέχασε γιατί την είχε θάψει. Την κράτησε με το δεξί χέρι στον κόρφο του, κάτω από το παλτό και έτρεξε στο σπίτι.

Αναζήτηση στα χαμένα